λαμπυρίδα

λαμπυρίδα
και λαμπυρίς, η (AM λαμπυρίς, -ίδος)
γένος κολεόπτερων νυκτόβιων φωτογόνων εντόμων που, σύμφωνα με τη σημερινή ταξινόμηση, ανήκουν στην οικογένεια λαμπυρίδες, κυ. πυγολαμπίδα, κολοφωτιά
μσν.
η φλόγα τής φωτιάς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λαμπυλίς, με ανομοίωση, < λάμπω + -υλίς (πρβλ. ειδ-υλίς)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • λαμπυρίδα — η έντομο που φωσφορίζει τη νύχτα, η πυγολαμπίδα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • λαμπυρίδα — λαμπυρίς glow worm fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λάμπυρος — λάμπυρος, ὁ (Μ) το έντομο λαμπυρίδα. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. τού λαμπυρίς] …   Dictionary of Greek

  • λαμπυρίς — η (AM λαμπυρίς, ίδος) βλ. λαμπυρίδα …   Dictionary of Greek

  • πυγολαμπίδες — Κολεόπτερα έντομα της οικογένειας των λαμπυριδών. Έχουν συνήθως μήκος 6 8 χλστ., το σώμα τους είναι ορθογώνιο με τα δύο άκρα στρογγυλευμένα· το μικρό κεφάλι φέρει ένα ζευγάρι νηματοειδών κεραιών. Τα έλυτρα είναι καλά ανεπτυγμένα και στη θέση… …   Dictionary of Greek

  • πυγολαμπίδα — η (ζωολ.), ομάδα εντόμων κολεοπτέρων, με χαρακτηριστικό την παραγωγή φωτός από εξειδικευμένα φωτοπαραγωγά όργανα, αλλ. λαμπυρίδα, κωλοφωτιά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”